Τ α υ τ ό τ η τ α

Μοναστηρι

Η ο ν ο μ α σ ί α

Monh Toploy
Monh Toploy

Η Μονή Τοπλού ή όπως ονομάζεται Ακρωτηριανή, λόγω της θέσης της στο ανατολικό άκρο της Κρήτης, αποτελεί μία από τις πλέον ονομαστές και σημαντικές μονές του νησιού.

Αριστερά επάνω από την είσοδο- εξωτερικά- είναι εντοιχισμένες 4 πλάκες από τις οποίες οι 3 είναι ανεπίγραφες και η άλλη παρουσιάζει ανάγλυφη την παράσταση της Παρθένου Μαρίας να κρατά το βρέφος- Χριστό και γύρω της η επιγραφή ΚΥΡΑ Η ΑΚΡΩΤΗΡΙΑΝΗ και πιο κάτω ΜΡ-ΘΟ.

Την περίοδο αυτή η Μονή που ήταν γνωστή με το όνομα «Ακρωτηριανή», μετονομάστηκε σε Τοπλού και αναφέρθηκε για πρώτη φορά σε τουρκικό έγγραφο του 1673. 

 Η ονομασία Τοπλού προέρχεται πιθανότατα από την τουρκική λέξη «τοπ» που σημαίνει μπάλα ή βόλι κανονιού. Για να αποκρούουν οι μοναχοί τις εχθρικές επιθέσεις οι Βενετσιάνοι είχαν εξοπλίσει το Μοναστήρι με μικρό τηλεβόλο που εντόπισαν οι Τούρκοι.

Η Μονή της Παναγίας Ακρωτηριανής ανακηρύχθηκε ως Σταυροπηγιακή το 1704 με Σιγίλλιο του Οικουμενικού Πατριάρχου Γαβριήλ, προκειμένου να διασωθεί από τα τεράστια χρέη που δημιουργήθηκαν από τις βαρύτατες φορολογίες, τις συνεχείς αφαιμάξεις των αγάδων και τις διαρπαγές των γεννιτσάρων. Το 1798 ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος ο Ε΄ εκδίδει νέο Σιγίλλιο, με το οποίο ανανεώνεται η Σταυροπηγιακή αξία της Μονής, κηρύσσεται η περιουσία της αδούλωτη και ανενόχλητη, καταχωρείται στον Κώδικα της Μεγάλης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως και απαγορεύεται στο εξής η εκποίησή της χωρίς την άδεια του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Ο παλιός ναός της Θεοτόκου, ο οποίος δεν καταστράφηκε, παρέμεινε και προστέθηκε νότιο κλίτος αφιερωμένο στον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο. Έτσι το πλήρες όνομα της Μονής είναι Μονή Παναγιάς Ακρωτηριανής και Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου.

 

Οι ντόπιοι αναφέρονται στη Μονή Τοπλού και με το προσωνύμιο «Μεγάλο Μοναστήρι». Ωστόσο η επίσημη ονομασία είναι Παναγία Ακρωτηριανή, ενώ το όνομαΤοπλού προέρχεται από την περίοδο της Τουρκοκρατίας, καθώς στα τούρκικα η λέξη «τοπ» σημαίνει κανόνι.

Το αρχικό καθολικό της Μονής, είναι αφιερωμένο στο Γεννέσιον της Θεοτόκου.

Αργότερα σε επαφή με τη νότια πλευρά του Καθολικού διαμορφώθηκε μονόχωρος καμαροσκεπής ναός, αφιερωμένος στον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο, τον Ευαγγελιστή.

Μοναστηρι

Η α φ ι έ ρ ω σ η

2020_12_27_toplou_23
KthmaToplou
Ανακαλυψε

Ο ι π α ν η γ ύ ρ ε ι ς

«Παναγία, H Κυρία η Ακρωτηριανή», ανακαίνιση 1769, 58 Χ 41 εκ. 

Μετά την αγιοκατάταξη από την Αγία και Ιερά Συνοδο του Πανσέπτου Οικομενικού μας Πατριαρχείου στις τάξεις των Νεομαρτύρων των σφαγιασθέντων από τούς Τούρκους στο Ηράκλειο και σ᾽ όλην την Κρήτη κατά το 1821 Επισκόπων και των συν αυτοίς κληρικών, μοναχών και λαϊκών, καθιερώθηκε να εορτάζεται κατ᾽ έτος στη Μονή Τοπλού στις 26 Ιουνίου, ημέρα σφαγής των Πατέρων της Μονής, η μνήμη του Αγίου νεομάρτυρος Ζαχαρίου Επισκόπου Σητείας και των συν αυτώ νεομαρτύρων.

Η κύρια πανήγυρις της Μονής έχει καθιερωθεί από αιώνων να τελείται κατά την εορτή του αγίου ενδόξου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ιωάννου του Θεολόγου στις 26 Σεπτεμβρίου.

Η Μονή σήμερα, υπό την ηγουμενία και επιστασία του Ηγουμένου Αμβροσίου Σκαρβέλη αποτελεί σπουδαίο μοναστικό κέντρο στην ανατολική Κρήτη.

Ο μοναστικός βίος και η ορθόδοξη πίστη αποτυπώνονται σε έναν χώρο υψίστης ιστορικής αξίας και πνευματικότητας.

Στο Μοναχολόγιο της Μονής είναι εγγεγραμμένοι 5 Μοναχοί, ενώ Αδελφοί της Μονής είναι οι Σεβ. Μητροπολίτες Ιεραπύτνης και Σητείας κ. Κύριλλος και Προικοννήσου κ. Ιωσήφ.

Μοναστηρι

Η Ι ε ρ ά Μ ο ν ή σ ή μ ε ρ α

Μοναστηρι

Ο ι π α ρ α δ ό σ ε ι ς

Ενα-ωρο

Ο παλαιός ναός, εκείνος που κατά την παράδοση, αποτελούσε τον πρώτο χώρο λατρείας στην περιοχή, βρισκόταν εκτός του φρουριακού συγκροτήματος. Όπως δείχνουν τα ερείπια που σώζονται σήμερα, πρόκειται για μικρό τοιχογραφημένο μονόχωρο ναό που βρισκόταν ανατολικά της Μονής, πολύ κοντά στο εξωτερικό τείχος.

Το καθολικό της Μονής είναι κτισμένο στη θέση «Αγιόνερο» και σύμφωνα με την παράδοση, στη θέση του καθολικού προϋπήρχε ναός, τα ερείπια του οποίου διακρίνονται μπροστά από τη μικρή σπηλαιώδη κοιλότητα. Το σπήλαιο βρίσκεται στην ανατολική πλευρά του ναού και σύμφωνα με την παράδοση ο ναός αυτός -κτίσμα ίσως του 10ου αι.- υπήρχε πριν την τοιχογράφηση του βόρειου κλίτους της Μονής (14ο αι.). 

Η ανοικοδόμηση της Μονής σε φρουριακή μορφή συνδέθηκε με τις βενετοκρητικές οικογένειες των Κορνάρων (Cornari) και των Μέτζων (Mezzi) της Σητείας, γι᾽αυτό ακόμα και σήμερα η νότια πτέρυγα φέρει το όνομα των Κορνάρων και η βόρεια των Μέτζων, ονομασίες που μαρτυρούν τούς χορηγούς και προστάτες της Μονής.

Πολλοί ιστορικοί έχουν συσχετίσει την ίδρυση της Μονής με το Μοναστήρι του Αγίου Ισιδώρου, που βρίσκεται στην ανατολικότερη άκρη της Κρήτης, πάνω στο ακρωτήρι Κάβο Σιδερο, το «Σαμώνιον» ακρωτήριο που αναφέρεται στις Πράξεις των Αποστόλων (Πρ. 27,7). Όμως, πρόσφατη ανασκαφή αποκάλυψε τα υπολείμματα του παλιού ναού του Αγίου Ισιδώρου και οστά Μοναχών, γεγονός που αποδεικνύει ότι στην περιοχή αυτή λειτούργησε άλλη μικρή ανεξάρτητη Μονή.

Η Μονή είχε δύο επάλληλες εισόδους. Περνώντας δηλαδή τη μεγάλη εξωτερική πύλη βρισκόταν στην εξωτερική αυλή. Εκεί υπήρχαν οι χώροι για τις πιο οχυρές δραστηριότητες. 

Η εξωτερική πύλη ήταν στο βάθος μιας θολωτής στοάς. Εκεί κάθονταν οι επισκέπτες που έφταναν πριν από την ανατολή του ηλίου περιμένοντας να ανοίξει το μοναστήρι.

 Η δεύτερη πόρτα βρίσκεται στο κυρίως μοναστηριακό κτήριο και ονομάζεται “πόρτα του τροχού”, που ήταν πολύ βαριά και δεν άνοιγε εύκολα. Πήρε την ονομασία της από ένα τροχό που διευκόλυνε τον καλόγηρο που ήταν επιφορτισμένος με το άνοιγμα η το κλείσιμό της. 

Λέγεται επίσης ότι έχει 100 πόρτες, αν και η εκατοστή πόρτα δεν έχει βρεθεί ακόμα.

Πάνω ακριβώς από την πύλη υπάρχει η «καταχύτρα» η «τρύπα του φονιά», με την οποία έριχναν στούς πειρατές και τους εισβολείς, που προσπαθούσαν να σπάσουν την πόρτα, καυτό λάδι ή μολύβι.